ΕΡΕΥΝΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΑΥΞΗΣΗ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΒΙΑΣ, ΟΞΥΝΣΗ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΑΓΧΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΡΟΦΗ ΣΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΦΙΛΙΕΣ

Τα παιδιά και οι έφηβοι είναι τα μεγάλα θύματα της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα. Η σταθερά επιδεινούμενη κατάσταση των νοικοκυριών αυξάνει τα κρούσματα βίας, κυρίως στο σχολείο, πολλαπλασιάζει το άγχος των νέων και τους οδηγεί στην κοινωνικοποίηση μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και Διαδικτύου.
 
Μέσα στην τελευταία τριετία αυξήθηκαν κατά 80% όσοι δήλωναν την οικονομική τους κατάσταση δύσκολη και πολύ δύσκολη, ενώ έχουμε υποδιπλασιασμό (29% σε 14%) σε όσους δηλώνουν την οικονομική τους κατάσταση άνετη ή και πολύ άνετη. Σήμερα τέσσερις στους πέντε γονείς εξακολουθούν να επιλέγουν το δημόσιο σχολείο. Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει και τις παροχές προς το παιδί, καθώς εφτά στους δέκα γονείς στα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα περιέκοψαν παροχές προς αυτό.
Κομπιούτερ
Στην εποχή του Μνημονίου ο υπολογιστής και το Διαδίκτυο έχουν εισέλθει οριστικά και με εξαιρετικά αυξημένα ποσοστά χρόνου ενασχόλησης στη ζωή των παιδιών όλων των ηλικιών, καθώς παρατηρείται υπερδιπλάσια ενασχόλησή τους σε σχέση με το 2008. Εφτά στα δέκα παιδιά έχουν ηλεκτρονικές φιλίες. Αυτό έχει επακόλουθο να κάνει τα παιδιά ευάλωτα σε απειλές και χρήση βίας μέσω υπολογιστή ή κινητού. Οι γονείς εξακολουθούν να αντιλαμβάνονται τις περισσότερο ορατές από αυτές (π.χ. κλοπές, φθορές πραγμάτων και αντικειμένων), ενώ δεν γνωρίζουν τις λανθάνουσες ή περισσότερο προσωπικές μορφές βίας (μέσω Διαδικτύου, τα σεξουαλικά υπονοούμενα κ.λπ.).
Το σχολείο είναι ο κύριος τόπος εμπειριών βίας αυξητικά, με ποσοστό 58%, αλλά το υψηλό ποσοστό ΔΞ/ΔΑ υποκρύπτει άγνοια, φόβο ή και άλλους λόγους. Το ΔΞ/ΔΑ εκτοξεύεται από το 12% το 2008 στο 19% το 2011. Ενα στα πέντε παιδιά έχει ζητήσει να αλλάξει σχολείο κυρίως για διαμάχες με συμμαθητές και εκπαιδευτικούς (55%).
Η έρευνα
Οι λόγοι, που επικεντρώνονται κυρίως σε σχολικά ζητήματα, αναδεικνύουν για ακόμη μία φορά τη ρωγμή εμπιστοσύνης στο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά καιστην ομαλή σχολική ζωή. Το άγχος των παιδιών κυμαίνεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Τα τέσσερα στα πέντε παιδιά βιώνουν καταστάσεις άγχους. Αγχος για τα μαθήματα, τις επιδόσεις τους, το σχολείο, τις εξετάσεις, το διάβασμα, το φόρτο εργασίας.
Τα παραπάνω αποτελούν μέρος της έρευνας με θέμα «Παιδική και Νεανική Βία μέσα από τα Μάτια των Γονέων ΙΙ», η οποία παρουσιάζεται αύριο, στις 19.00, στο Αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου. Διενεργήθηκε με τη μέθοδο των τηλεφωνικών συνεντεύξεων κατά το χρονικό διάστημα 18/5 έως 6/6/2011, στην Αττική, με αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.006 γονέων με παιδιά ηλικίας 10-17 ετών μέσα από 12.319 επικοινωνίες τυχαίας δειγματοληψίας, και στην περιφέρεια με δείγμα 400 ατόμων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της Φεβρωνίας Πατριανάκου, πρώην βουλευτού Επικρατείας, από την εταιρεία Pulse RC, με την επιστημονική συνεργασία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), θα παρουσιάσει ο Γιώργος Αράπογλου, γενικός διευθυντής της Pulse RC, και τα ευρήματα θα σχολιάσουν οι: Γιάννης Πανούσης, καθηγητής Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιος Μόσχος, βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού, νομικός-εγκληματολόγος, Ιωάννα Τσίγκανου, διευθύντρια ερευνών του ΕΚΚΕ - αναπληρώτρια διευθύντρια Ινστιτούτου Πολιτικής Κοινωνιολογίας.
Ψυχική υγεία
Σύμφωνα με την Ιωάννα Τσίγκανου, η έρευνα κατέδειξε «φτωχοποίηση των νοικοκυριών, αυξημένη ερημοποίηση γονεϊκών σχέσεων, έκθεση των παιδιών σε αθέατες όψεις βίας, εμμονή των γονέων με τον προσοντισμό και την εκπαίδευση των παιδιών, έξαρση του σχολικού ανταγωνισμού με σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχολογική υγεία των παιδιών, έξαρση των διακρίσεων. Παρ' όλα αυτά, οι Ελληνες γονείς, παρά τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν, στη συντριπτική τους πλειονότητα εξακολουθούν να δηλώνουν ότι έχουν πολύ ικανοποιητικές σχέσεις με το παιδί τους και εμφανίζονται ικανοποιημένοι από τις επιδόσεις του παιδιού, καθώς κατά τα δύο τρίτα τις χαρακτηρίζουν άριστες και πολύ καλές».
Η Φεβρωνία Πατριανάκου προσθέτει: «Η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος άσκησης αποτελεσματικών πολιτικών για τις νεότερες γενιές είναι αναγκαία πράξη ευθύνης της πολιτείας. Πολιτικές πρόληψης και όχι καταστολής, πολιτικές πολύπλευρης γνώσης και ανάπτυξης του συνόλου των δυνατοτήτων τους, πολιτικές που θα ανοίγουν δρόμους και θα γεννούν ελπίδα. Είναι ευθύνη όλων μας να συμβάλουμε στη διαμόρφωση ενός άλλου περιβάλλοντος για τις νεότερες γενιές». *